Κυριακή 10 Μαΐου 2015

Εδώ μάνα 2015



Εδώ μάνα εποχής, 2015

Από χθες το παλεύω να κλάψω.
Τα δάκρυα έχουν σκαλώσει στον λαιμό, αδυνατούν να ανέβουν πιο πάνω.
Κι όμως, υπάρχουν τόσες αφορμές!
Την σημερινή γιορτή, μόνο, να κοιτάξεις, φτάνει!
Εδώ μάνα του σήμερα, του 2015.
Η μέρα, με γιορτάζει, μεν, μα σαν παιδί κι εγώ, δε γίνεται να μην νοσταλγήσω την γλυκειά μου μάννα, σαν σύζυγος, δεν μπορώ να ξεχάσω το διαρκείας δώρο της Άλλης μάνας, που μού χάρισε τον σύντροφο της ζωής μου, τον πατέρα των παιδιών μου.
Εδώ μάνα, ηλικίας 55 ετών που περνάει καθυστερημένες φάσεις ζωής, που άλλες πονάνε φυσιολογικά, κι άλλες γλυκά, αφύσικα καθυστερημένες...
Δυο γέννες, δυο παιδιά, κοντά - κοντά.
Μια χρονιά το κορίτσι, την άλλη το αγόρι.
Και τα δυο, δάχτυλα απ' το ίδιο χέρι.
Το κορίτσι, με έντονο DNA γυναίκας, ελευθερίας, ονείρων, δυναμισμού, καλλιτεχνίας, κ.λ.π. έκοψε τον ομφάλιο λώρο, πολύ νωρίς.
Με αμφισβήτησε πολλές φορές.
Πόναγε πολύ.
Το ξέρουν τα ημερολόγιά μου, μόνο, ούτε εκείνη!
Όταν μπορούσα, έτρεχα να την δω στην Αθήνα, να την βοηθήσω, να της σταθώ, να την καμαρώσω, να την αγκαλιάσω, ακόμα και να μαλώσω και να φύγω... να γυρίσω στην θέση μου, γρήγορα.
Κανένας δεν ξέρει που είναι η σωστή θέση της μάνας, όταν μοιράζεται η οικογένεια.
Τα παιδιά είναι πουλιά, πρέπει να πετάνε.
Μακριά και ψηλά.
Πέταξε το κορίτσι μου, μέχρι εκεί που του επέτρεψε η εποχή μας, απ' τα 17, μόνη της.
Δεύτερη οικογένεια που έγινε η πρώτη της, οι φίλοι!
Αγάπησα τους φίλους της, σχεδόν, περισσότερο από κείνη, γιατί στάθηκαν στο παιδί μου, περισσότερο από μένα. Γιατί εκείνοι κι εκείνες, ξέρουν την κόρη μου, πια, μετά από 14 χρόνια απομάκρυνσης απ' το σπίτι, πολύ περισσότερο από μένα.
Δυο ξένες, όμως, ποτέ!
Άπειρα χρόνια, το τηλέφωνο θα χτυπήσει οπωσδήποτε, μια φορά την ημέρα, συν έκτακτες δόσεις, όταν χρειάζεται.
Σαν τα ενισχυτικά χαπάκια που δίνουν οι γιατροί, που συμπληρώνουν τις βιταμίνες και τις ελλείψεις, λόγω αποστάσεως, της οικογένειας.
Εδώ να κλάψω, εκεί, να κλάψω, πότε;

Να συντομεύω, πριν έρθει ο γιος...
Ο άντρας μου στο σαλόνι βλέπει ποδόσφαιρο, δεν εξωτερικεύομαι, κι εκείνος γεννάει... το ξέρω.
...Και αφού συνηθίσαμε στο πέταγμα της κόρης, που λες, στην πρωτεύουσα και μάθαμε να μην κλαίμε, πια, ήρθε το μνημόνιο εδώ και χρόνια, ξεδιάλεξε καλά μυαλά με ιδέες, δε θα γλύτωνε το κορίτσι μου, ήρθε και μού το έκλεψε πριν αρκετό καιρό και μού το πήγε στα εξωτερικά.
Ακόμα πιο μακριά.
Πάλι απ' την αρχή η προσπάθεια, οι σπουδές, τα όνειρα, το σκάλισμα του πόνου.
Κάθε μέρα αυτή η πληγή ματώνει.
Ομφάλιος λώρος που κόβεται και ξανακόβεται, είτε από μνήμης, είτε από βιασμούς ζωής που ξέμειναν από ταινίες θρίλερ.

Κάπου παρακάτω, επιβάλλεται να κλάψω.
Δεν με βλέπει ο άντρας μου, δεν ήρθε ακόμα το παιδί.

....Το παιδί, το αγόρι, ο γιος, ο άλλος έρωτας κάθε μάνας!
Το πιο όμορφο και καλό παιδί του κόσμου, να στο να λένε κι άλλοι και να συμφωνείς, χωρίς να αμφιβάλλεις ότι σε κοροϊδεύουν.
Δεν υπάρχει άνθρωπος να μην τον έχει συμπαθήσει.
Μού μοιάζει, όχι στην ομορφιά, βέβαια! αλλά στο "να σεβαστούμε τον άλλον"! Πρώτα ο άλλος και μετά το εγώ.
"Εσύ, έφαγες, μάνα;"
Πού να το χωρέσω αυτό το παιδί, σ' έναν κόσμο ψεύτικο και είναι και αγόρι;
Πού να το κρύψω, μη το λαβώσει κι άλλο η ζωή;

Σπίτι μας έμεινε, 31 ολόκληρα σχεδόν, χρόνια . Όχι γιατί το έκρυβε η μάνα, μα οι συνθήκες, πάντα παιδί της λογικής, η δουλειά μας, τα έξοδα, οι σπουδές του, ο στρατός, μια μακροχρόνια σχέση, έγινε αφορμή να μείνει αφάνταστα πολύ κοντά μας, κι αυτός ο ομφάλιος λώρος να χοντρύνει τόσο που κανείς δεν είδε, ούτε ξέρει ακόμα που χτύπησε, που έβλαψε, που ωφέλησε, πόσο θα πονέσει, σήμερα, χθες, αύριο που θα κοπεί και θα μεταφυτευτεί, έτοιμο δέντρο, πια, σ' ένα νέο περιβάλλον.

Ο άντρας μου ήρθε πίσω μου, άνοιξε το ψυγείο, σιωπώ και γράφω, σιωπά, πήρε πορτοκάλια και φεύγει, έφυγε, μη μιλήσουμε, μην εξηγήσουμε, τζιζ, μην κλάψεις, Κατερίνα, τόσο εσύ, όσο κι εκείνος, ξέρετε κι οι δυο πως είναι πολύ γλυκό αυτό το καθυστερημένο με δάκρυα ή χωρίς, κλάμα!

Ξεροκατάπημα.
Πέτρα στο λαιμό.
Η Ελπίδα μ' ένα "νιάου" της, ήθελε πορτοκάλι, αποφόρτισε την παραλίγο εύφλεκτη ατμόσφαιρα.
Ούφ! Ανάσα!
10 και 01
Και δεν έκλαψα.
Όμως, έγραψα.
...Ναι, σήμερα είναι η γιορτή της μητέρας.
...Ναι, σήμερα ο γιος μου παρέλαβε το κλειδί του δικού του σπιτιού.
...Ναι, χθες, το αποφάσισε μόνος του.
...Ναι, σήμερα αγκαλιαστήκαμε αλλιώς.
Μεγάλος, πια!
Πάντα ήταν, δεν χωρούσε στο παιδικό του!
Το βλέπαμε, μα...
Τώρα τού ξεκαθάρισε η ζωή τις αποφάσεις του.
Εφόσον δεν θ' αλλάξει πόλη, χώρα και ζωή, μια δικιά του φωλιά, επιβάλλεται!
Δεν κλαίει κανένας.
Δεν υπόσχομαι ότι δεν θα κλάψω εγώ, γιατί μαζεύτηκαν πολλά.
Το χρειάζομαι, για να ξεμπλοκάρω.
Μπορεί να είναι άλλη η αφορμή, μα τα συστατικά.... θα είναι απ' όλα.

Σκληρές εικόνες που περνούν στο μυαλό μου, με μαννάδες που έχασαν με φριχτό τρόπο τα παιδιά τους ή είναι άρρωστα, δεν θα εκμεταλευτώ, ούτε για να κλάψω, ούτε για να σας συγκινήσω.
Ο καθένας κλαίει για δικά του ή των άλλων, σε δική του στιγμή.
Όταν τα δάκρυα, τα φραγμένα, βρουν διέξοδο, θα βγουν.
Δεν γίνεται παραγγελιά στα αληθινά, στα πολύ βαθειά και πεπειεσμένα.
Εκείνα ξέρουν, δεν θα τα ψάξω, όσο κι αν αργούν, όσο κι αν μού έχουν δυσκολέψει την νύχτα μου.

....Άργησα. Ώρα να στρώσω τραπέζι.

Συγκινημένη, ναι.
Κλαμμένη, όχι.
Δεν είναι εύκολο να κουμαντάρεις τα δάκρυα.
Το ότι πρόλαβα και έγραψα, είναι ένα είδος από μπερδεμένο κλάμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου