Η εικόνα της σκηνής θυμίζει κάτι από τα σαλόνια της εποχής της decadence. Ήχοι και λέξεις. Και η φωνή του Θάνου Ανεστόπουλου. Πάντα δυνατή και ιδιαίτερη, απαγγείλει μία εισαγωγική πρόζα και ερμηνεύει. «Κοντά σου», «Ως το τέλος», «Θα πεθάνω ένα πένθιμο του φθινοπώρου δήλι», «Φαρμακωμένη». Ο Καρυωτάκης, η Πολυδούρη, ο Μπωντλαίρ, ο Καββαδίας είναι εδώ. Είναι εδώ και η Νάσια Γκόφα, ο Λόλεκ, ο Κώστας Παρίσης, ο Μανώλης Αγγελάκης και πολλοί άλλοι καλεσμένοι που ερμηνεύουν τις σημαντικότερες μουσικές επιρροές του μεγάλου καλλιτέχνη. Nick Cave, Nina Simone, Joy Division, Tom Waits κ.α.  Η Ειρήνη Τηνιακού στο πιάνο, ο Νίκος Γιούσεφ στο μουσικό πριόνι, η Σοφία Ευκλείδου στο τσέλο, ο Αλέκος Βασιλάτος στο Κοντραμπάσο και ο Γιώργος Κατσάνος στο πιάνο τους συνοδεύουν.
Και τον κόσμο, όρθιο, να χειροκροτά τον Θάνο, που «στέκεται εδώ», τραγουδώντας τον «Τελευταίο σταθμό». Καθισμένος στον καναπέ, με ένα τσιγάρο κι ένα ποτήρι κρασί, ένας «ευγενής σοφός», διηγείται ιστορίες.  Ένας επαναστάτης, όπως είναι όλοι οι «ρομαντικοί», που σηκώνει το μαύρο πανό «Δημοκρατία έχουμε και αυτό είναι διαταγή». Ένας καλλιτέχνης, που ενώνει την Ποίηση και τη Μουσική και δημιουργεί ένα έργο για τον Έρωτα και τον Πόνο, για τον Άνθρωπο και τη Ζωή, προκαλώντας γλυκόπυκρα δάκρυα συγκίνησης και δέους.
Όμως ο Θάνος Ανεστόπουλος δεν καταφέρνει μόνο να συγκινήσει. Καταφέρνει να γίνει «φως» και δύναμη. Δίνει ελπίδα και προκαλεί στον αγώνα. Γιατί «τον συνηθίσαμε το θάνατο.. Δεν πρέπει να τον συνηθίζουμε το θάνατο».
Κι έτσι, στο τέλος, όταν αποθεώνεται από τον κόσμο, δίνει και μία υπόσχεση. «Θα συναντηθούμε ξανά».